Tenses - Moods Passive voice
Indicative Mood Singular Plural
Present μιμούμαι μιμούμαστε
μιμείσαι μιμείστε
μιμείται μιμούνται
Imperfect μιμούμουν μιμούμαστε
-- --
μιμούνταν, μιμείτο μιμούνταν, μιμούντο
Aorist μιμήθηκα μιμηθήκαμε
μιμήθηκες μιμηθήκατε
μιμήθηκε μιμήθηκαν, μιμηθήκαν(ε)
Peefect έχω μιμηθεί έχουμε μιμηθεί
έχεις μιμηθεί έχουμε μιμηθεί
έχει μιμηθεί έχουν μιμηθεί
Pluperfect είχα μιμηθεί είχαμε μιμηθεί
είχες μιμηθεί είχατε μιμηθεί
είχε μιμηθεί είχαν(ε) μιμηθεί
Future (continuous) θα μιμούμαι θα μιμούμαστε
θα μιμείσαι θα μιμείστε
θα μιμείται θα μιμούνται
Future (simple) θα μιμηθώ θα μιμηθούμε
θα μιμηθείς θα μιμηθείτε
θα μιμηθεί θα μιμηθούν(ε)
Future perfect θα έχω μιμηθεί θα έχουμε μιμηθεί
θα έχεις μιμηθεί θα έχετε μιμηθεί
θα έχει μιμηθεί θα έχουν μιμηθεί
Subjunctive mood
Present να μιμούμαι να μιμούμαστε
να μιμείσαι να μιμείστε
να μιμείται να μιμούνται
Aorist να μιμηθώ να μιμηθούμε
να μιμηθείς να μιμηθείτε
να μιμηθεί να μιμηθούν(ε)
Perfect να έχω μιμηθεί να έχουμε μιμηθεί
να έχεις μιμηθεί να έχετε μιμηθεί
να έχει μιμηθεί να έχουν μιμηθεί
Imperative mood
Present -- μιμείστε
Aorist μιμήσου μιμηθείτε
Participle
Present --
Perfect -- --
Infinitive
Aorist μιμηθεί
Examples with «μιμούμαι»:
ελληνικά αγγλικά
Μπορεί να μιμηθεί τις κινήσεις σου. He can imitate your movements.
Πώς και γιατί πρέπει να σε μιμούμαστε. Hoe en waarom moeten wij je imiteren.
Θα σου δείξω πώς να μιμηθείς την τσαπατσουλιά μου!. Ik zal je laten zien hoe je mijn slordigheid nadoet.
Τίνος τη φωνή μιμήθηκες για να τον καλέσεις;. Wiens stem deed je na om hem te roepen.
Verbs with the same conjugation as «αρνούμαι»