Tijden - wijzen Actieve Vorm
Aantonende wijs Enkelvoud Meervoud
Onvoltooid tegenwoordige tijd ηρεμώ ηρεμούμε
ηρεμείς ηρεμείτε
ηρεμεί ηρεμούν(ε)
Onvoltooid verleden tijd ηρεμούσα ηρεμούσαμε
ηρεμούσες ηρεμούσατε
ηρεμούσε ηρεμούσαν(ε)
Aoristus ηρέμησα ηρεμήσαμε
ηρεμησες ηρεμήσατε
ηρέμησε ηρέμησαν, ηρεμήσαν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd έχω ηρεμήσει έχουμε ηρεμήσει
έχεις ηρεμήσει έχετε ηρεμήσει
έχει ηρεμήσει έχουν ηρεμήσει
Voltooid verleden tijd είχα ηρεμήσει είχαμε ηρεμήσει
είχες ηρεμήσει είχατε ηρεμήσει
είχε ηρεμήσει είχαν ηρεμήσει
Toekomende tijd (1) θα ηρεμώ θα ηρεμούμε
θα ηρεμείς θα ηρεμείτε
θα ηρεμεί θα ηρεμούν(ε))
Toekomende tijd (2) θα ηρεμήσω θα ηρεμήσουμε
θα ηρεμήσεις θα ηρεμήσετε
θα ηρεμήσει θα ηρεμήσουν(ε)
Voltooid toekomende tijd θα έχω ηρεμήσει θα έχουμε ηρεμήσει
θα έχεις ηρεμήσει θα έχετε ηρεμήσει
θα έχει ηρεμήσει θα έχουν ηρεμήσει
Aanvoegende wijs
Onvoltooid tegenwoordige tijd να ηρεμώ να ηρεμούμε
να ηρεμείς να ηρεμείτε
να ηρεμεί να ηρεμούν(ε)
Aoristus να ηρεμήσω να ηρεμήσουμε, να ηρεμήσομε
να ηρεμήσεις να ηρεμήσετε
να ηρεμήσει να ηρεμήσουν(ε)
Voltooid tegenwoordige tijd να έχω ηρεμήσει να έχουμε ηρεμήσει
να έχεις ηρεμήσει να έχετε ηρεμήσει
να έχει ηρεμήσει να έχουν ηρεμήσει
Gebiedende wijs
Tegenwoordige tijd -- ηρεμείτε
Aoristus ηρέμησε ηρεμήστε, ηρεμήσετε
Deelwoord
Tegenwoordige tijd ηρεμώντας
Voltooid tegenwoordige tijd έχοντας ηρεμήσει
Onbepaalde wijs
Aoristus ηρεμήσει
Voorbeelden met «ηρεμώ»:
ελληνικά ολλανδικά
Ας ηρεμήσουμε όλοι! Laten we allen rustig aan doen!
Σε παρακαλώ, ηρέμησε. Wees rustig a.u.b.
Δεν θα ηρεμήσω Ik doe niet rustig.
Πρέπει να ηρεμήσουμε λίγο εδώ. We moeten een beetje kalmer aan doen hier.
Τα πράγματα έχουν ηρεμήσει. De situatie (dingen zijn) is gekalmeerd.

Werkwoorden die op dezelfde manier vervoegd worden als «ηρεμώ»